Η Ευγενία στην Παναγία τη Γαλατιανή (Λήμνος)

Το παραμυθοδιήγημα της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»

Παρασκευή, 14 Ιανουάριος 2022 13:02 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Η Ευγενία στην Παναγία τη Γαλατιανή (Λήμνος)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Ευγενία. Ζούσε σε ένα χωριό της Λήμνου με τον άντρα της. Είχε μόλις γεννήσει το αγοράκι της και ήταν λεχώνα. Εκείνα τα χρόνια ήταν δύσκολα, γιατί ο κόσμος είχε φτώχεια. Οι γυναίκες παρακαλούσαν να έχουν γάλα, για να θηλάζουν τα παιδιά τους και να μην πεθάνουν από την πείνα. Αυτό ήθελε κι η Ευγενία, αλλά το γάλα της ήταν λιγοστό και στενοχωριόταν.

Η μαμή του χωριού, την τρίτη μέρα από τη γέννα, της είπε: «Ευγενία, μη στενοχωριέσαι. Αν θέλεις να κάνεις γάλα, παρακάλεσε την Παναγία τη Γαλατιανή. Την έχεις ακουστά;» «Ξέρω, κυρούλα, ότι η Παναγία η Γαλατιανή, βοηθούσε τα ζώα των τσοπάνηδων να κάνουν γάλα. Οι κτηνοτρόφοι και οι βοσκοί την τιμούν με σεβασμό». «Κόρη μου, η Παναγία δε βοηθάει μόνο τα ζωντανά, αλλά και τις λεχώνες. Πολλές Λιμνιώτισσες επικαλέστηκαν το όνομα της Παναγιάς της Γαλατιανής. Κάποιες έκαναν τάματα κι έλαβαν τη βοήθειά της. Γιατί δεν κάνεις το ίδιο;»

Η Ευγενία είπε: «Θέλω να προσκυνήσω τη Χάρη της, μα πρέπει πρώτα να σαραντίσω». Η μαμή της λέει: «Να τάξεις στην Παναγιά κι εκείνη, αν θέλει, θα σε βοηθήσει». «Χωρατεύεις, κυρά Δέσπω, τι να τάξω; Εδώ δεν έχουμε ψωμί να φάμε… Πως θα εκπληρώσω το τάμα;» «Τάξε, κόρη μου, να ονομάσεις το παιδί σου Παναγιώτη. Όταν μπορέσεις, θα πας να προσκυνήσεις τη Χάρη της. Να την παρακαλέσεις να στο έχει γερό». «Όσο για αυτό, κυρά Δέσπω, μπορώ να το κάνω. Απόψε θα παρακαλέσω την Παναγία στην προσευχή μου. Να είσαι καλά, που με ορμήνεψες. Να είναι πλάι σου η Παναγιά, όταν ξεγεννάς, για να φέρνεις στον κόσμο γερά παιδιά».

Ύστερα η μαμή έφυγε. Η Ευγενία πήγε μπροστά στο εικόνισμα της Παναγιάς. Άναψε το καντήλι. Γονάτισε και προσευχόταν στην «Κυρά του Ουρανού» να της δώσει γάλα, για να θρέψει το μωρό της. Πόση ώρα έμεινε έτσι γονατιστή, ούτε το κατάλαβε. Σηκώθηκε, σαν άκουσε την πόρτα να ανοίγει και μετά να κλείνει. Ο άντρας της γύρισε από το χωράφι. Εκείνη πήρε το παιδί αγκαλιά και το νανούριζε.

Ο άντρας της, ο Γιάννης, τη ρώτησε: «Πως είσαι γυναίκα;» Εκείνη αποκρίθηκε: «Καλά, άντρα μου! Έκανα τάμα στην Παναγιά να βγάλουμε το γιο μας Παναγιώτη. Όταν βαφτίσουμε το παιδί, θα πάμε να προσκυνήσουμε στην Παναγία τη Γαλατιανή. Ποια είναι η γνώμη σου;» Ο άντρας της είπε: «Είναι ευλογία να έχει ο γιος μου το όνομά της Παναγίας».

Η Ευγενία χάρηκε σαν το άκουσε. Ύστερα, έβαλε το μωρό για ύπνο κι έστρωσε τραπέζι για να φάνε. Μετά πήγαν να ξαποστάσουν.  

Το πρωί, σαν ξύπνησε η Ευγενία, πήρε αγκαλιά το μωρό, για να το θηλάσει. Ένιωσε ότι το γάλα της έρεε άφθονο. Το παιδί για πρώτη φορά έτρωγε, χωρίς να κλαίει, γιατί χόρταινε. Τότε η κοπέλα κατάλαβε ότι η Παναγία άκουσε την προσευχή της. Από κείνη την ημέρα κι έπειτα δε δυσκολεύτηκε με το θηλασμό. Μόλις ο γιος της έφτασε εννιά μηνών, τον βάφτισαν στην εκκλησία του χωριού. Τον ονόμασαν Παναγιώτη.

Πέρασε ένας μήνας από τη βάφτιση κι η Ευγενία είπε στον άντρα της: «Το τάμα δεν το εκπλήρωσα. Θα πάμε να προσκυνήσουμε στην Παναγία τη Γαλατιανή μαζί με το παιδί». «Γυναίκα, σε τρεις μέρες θα τελειώσω τη δουλειά στα χωράφια και θα πάμε».

Όταν ο Γιάννης τελείωσε τις δουλειές του, έζεψε το άλογο στο κάρο κι είπε στην Ευγενία: «Ετοίμασε τον Παναγιώτη, να πάμε για το τάμα». Έτσι κι έκανε η κοπέλα. Ανέβηκαν στο κάρο και ξεκίνησαν.

Δρόμο πήραν, δρόμο άφησαν και συνάντησαν ένα γέρο ψαρά. Ο Γιάννης τόνε ρώτησε: «Γέροντα, πως θα πάμε στην Παναγία τη Γαλατιανή;» «Θα σου πω, γιε μου. Να ξέρεις ότι οι Λημνιοί γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι, τιμούν την εικόνα αυτή. Για να φτάσεις στο χωριό Ρεπανίδι, στο ακροθαλάσσι, όπου βρίσκεται το ξωκλήσι, θα πάρεις αυτόν τον δρόμο. Παλαιότερα υπήρχε εκεί προσκυνητάρι. Οι γριούλες πήγαιναν και άναβαν το καντήλι στην “Αγία Γαλατηνή” όπως την έλεγαν, προσευχόντουσαν και θυμιάτιζαν. Ο Γιάννης είπε: «Σε ευχαριστώ, γέροντα!».

Ύστερα, προχώρησε καταπώς τον ορμήνεψε ο ψαράς και βρήκε το δρόμο που έβγαζε στο ξωκλήσι της Παναγίας της Γαλατιανής. Βρισκόταν σε μια βραχώδη πλαγιά. Σαν έφτασαν εκεί, η Ευγενία πήρε αγκαλιά το παιδί και πήγαν να προσκυνήσουν την εικόνα. Από πίσω ακολούθησε ο Γιάννης.

Αφού προσκύνησαν, βγήκαν έξω και κάθισαν στον περίβολο της εκκλησιάς. Η Ευγενία χάρηκε, που εκπλήρωσε το τάμα της. Ύστερα πήραν πάλι το δρόμο, για να γυρίσουν στο χωριό τους. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Δήμητρα Μπουμποπούλου

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ηλία Μακρή
Το κλίκ της ημέρας
του Ηλία Μακρή

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti