Ο τυφλός βιολιτζής

Το παραμύθι της εβδομάδας στον «Λακωνικό Τύπο»

Παρασκευή, 21 Φεβρουάριος 2020 12:19 | | E-MAIL ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Ο τυφλός βιολιτζής

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας τυφλός βιολιτζής. Ζούσε σε μια πολιτεία. Είχε χάσει το φως του μικρός. Ήξερε από παιδί να παίζει βιολί. Τώρα, παλικάρι πια, ήθελε να βρει το φως του.

Μια μέρα αποφάσισε να πάει στο σοφό της πολιτείας. Ήθελε να μάθει, αν υπήρχε τρόπος να ξαναδεί. Με οδηγό το σκύλο του, δρόμο πήρε, δρόμο άφησε κι έφτασε στο σπίτι του σοφού. Του άνοιξε ένας γέροντας με άσπρα γένια και μαλλιά. Τον βοήθησε να μπει μέσα.
«Καλώς το παλικάρι! Τι σε φέρνει εδώ;» ρώτησε ο σοφός. «Θέλω να βρω το φως μου. Οι γιατροί είπαν πως δε γίνεται», είπε ο τυφλός βιολιτζής. «Όλα γίνονται. Αρκεί να το θέλει κανείς!» είπε ο γέροντας. «Πες μου. Τι ξέρεις να κάνεις καλά;» ρώτησε το παλικάρι. «Ξέρω να παίζω βιολί. Παίζω σε γάμους, σε γλέντια, σε χαρές», αποκρίνεται το παλικάρι. «Η τέχνη σου θα σε βοηθήσει να βρεις το φως σου. Ψάξε τη νεράιδα του μαύρου βουνού. Της αρέσει η μουσική. Αν παίξεις για αυτήν, θα σε βοηθήσει», είπε ο σοφός. Το μαύρο βουνό είναι δύσκολο να το διαβεί κανείς». «Θα τα καταφέρω εγώ, ένας τυφλός;» ρώτησε ο βιολιτζής.«Οι δυσκολίες που θα συναντήσεις είναι πολλές. Έχεις πιστό οδηγό, το σκύλο σου. Θα σε προσέχει», είπε ο σοφός.

Ο τυφλός βιολιτζής αποχαιρέτησε το γέροντα. Ξεκίνησε με το σκύλο του. Δρόμο πήρε, δρόμο άφησε κι έφτασε στους πρόποδες του βουνού. Ο σκύλος έξω από ένα καλύβι άρχισε να γαβγίζει. Μια γριά φάνηκε στο κατώφλι: «Τι ζητάς;» ρώτησε το παλικάρι. «Θέλω να βρω τη νεράιδα του μαύρου βουνού», είπε ο βιολιτζής. «Θα σε βοηθήσω, αν με κάνεις να νιώσω χαρά», είπε η γριά.  

Τότε ο τυφλός βιολιτζής έβγαλε από το δισάκι του το βιολί. Άρχισε να παίζει. Τόσο άρεσε στη γριά η μουσική αυτή, που ευχόταν να μη σταματήσει. Έπαιξε ώρα. Ύστερα η γριά του είπε: «Δεν περίμενα ότι θα ένιωθα τέτοια χαρά. Θα σε πάω εκεί που ζει η νεράιδα».
Δρόμο πήραν, δρόμο άφησαν ο τυφλός, η γριά και ο σκύλος. Εκεί που πήγαιναν πετάγεται μπροστά τους ένα ξωτικό. Ρωτάει: «Για πού το βάλατε; Δε περνάτε, αν δε μάθω που πάτε». «Πάμε στη νεράιδα», είπε ο βιολιτζής. «Δε θα φτάσετε ως εκεί! Ή θα σας φάνε οι λύκοι στο δρόμο ή ο Δράκος που φυλάει τη σπηλιά της νεράιδας», είπε το ξωτικό. «Θα μας βοηθήσεις;» ρώτησε ο τυφλός. «Αν μου δώσεις κάτι», απάντησε το ξωτικό. «Αν η νεράιδα μου δώσει το φως μου, θα σου δώσω το βιολί μου. Θα σε μάθω να παίζεις ό,τι ποθείς». Τότε ο βιολιτζής έβγαλε το βιολί του κι έπαιξε. Το ξωτικό δέχτηκε να τους βοηθήσει.

Δρόμο πήραν, δρόμο άφησαν πάλι ο τυφλός, η γριά, το ξωτικό κι ο σκύλος. Είχε αρχίσει να βραδιάζει. Το μαύρο βουνό ήταν τρομακτικό. Ήχοι από πουλιά και ζώα ακούγονταν από παντού. Το ξωτικό είπε: «Είναι η ώρα που οι λύκοι βγαίνουν για κυνήγι. Πάρτε αυτό το μαγικό πέπλο. Σκεπαστείτε. Θα σας κάνει αόρατους. Εγώ θα ανεβώ σε ένα δέντρο να φυλαχτώ από τους λύκους». Έκαναν ό,τι τους είπε. Ύστερα άκουσαν τους λύκους να ουρλιάζουν. Μια αγέλη φάνηκε στο δάσος. Τα άλλα ζώα είχαν κρυφτεί. Οι λύκοι στάθηκαν κάτω από το δέντρο που βρισκόταν το ξωτικό. Έξυναν με τα πόδια τους τον κορμό. Προσπαθούσαν να το πιάσουν. Σαν είδαν ότι δε μπορούσαν, έφυγαν.

Το ξωτικό κατέβηκε από το δέντρο. Ο βιολιτζής και η γριά τράβηξαν το πέπλο που τους σκέπαζε. Συνέχισαν το δρόμο τους. Το ξωτικό τους οδήγησε σε μια σπηλιά. Εκεί ξαπόστασαν. Η γριά αποκοιμήθηκε. Το ξωτικό είπε στον τυφλό: «Το πρωί θα πάμε στη σπηλιά της νεράιδας. Η γριά κι ο σκύλος θα περιμένουν απέξω. Εγώ κι εσύ θα σκεπαστούμε με το πέπλο. Θα μπούμε στη σπηλιά. Ο δράκος δε θα μας δει. Έτσι, θα βρούμε τη νεράιδα».
Έτσι κι έκαναν. Την άλλη μέρα το ξωτικό κι ο βιολιτζής μπήκαν στη σπηλιά. Η νεράιδα στολιζόταν με λουλούδια. Τράβηξαν το πέπλο από πάνω τους και φανερώθηκαν μπροστά της. «Τι θέλετε εδώ;» τους ρώτησε. Ο βιολιτζής είπε: «Κυρά, πεντάμορφη, άκουσα πως μόνο εσύ μπορείς να μου δώσεις το φως μου». Η νεράιδα είπε: «Είναι αλήθεια! Είναι κρίμα να μη βλέπεις. Μα πρέπει να μου κάνεις μια χάρη, για να σε βοηθήσω». «Έμαθα, κυρά μου, ότι σου αρέσει η μουσική. Θα σου παίξω μια μελωδία που όμοιά της δεν έχεις ξανακούσει». Τότε ο βιολιτζής έβγαλε από το δισάκι του το βιολί. Άρχισε να παίζει. Η νεράιδα ένιωθε σα να πετάει από τη θαυμάσια μελωδία.  

Όταν έπαυσε η μελωδία, η νεράιδα του είπε: «Έχεις χάρισμα! Η μουσική σου είναι βάλσαμο για κάθε ψυχή. Άκουσε, τώρα, τι θα κάνεις για να βρεις το φως σου. Θα βγεις από τη σπηλιά. Θα πας κοντά στο δράκο που κοιμάται. Θα του στάξεις τρεις σταγόνες από αυτό το βοτάνι στο κεφάλι. Αυτός θα ανοίξει τα μάτια. Θα σε αναγνωρίσει για αφέντη του. Θα ανέβεις πάνω του. Θα του πεις να σε πάει στον κρυφό καταρράκτη. Κανένας δεν έχει πάει εκεί ποτέ. Θα πιεις από το νερό του. Τότε θα δεις ξανά».

Ο βιολιτζής έκανε ό,τι του είπε η νεράιδα. «Θα πάμε στον κρυφό καταρράκτη είπε στο δράκο, όταν ξύπνησε. Έτσι, πέταξαν μακριά. Όταν έφτασαν, ο βιολιτζής έσκυψε και βούτηξε τη χούφτα του στο νερό. Ήπιε νερό. Τα μάτια του πονούσαν. Όταν τα άνοιξε, έβλεπε τα πάντα τα γύρω του: νερά, δέντρα, λουλούδια. Ανέβηκε στο δράκο. Γύρισαν στη σπηλιά της νεράιδας. Εκεί βρίσκονταν κι  η γριά με το σκύλο του. «Σας ευχαριστώ όλους που βοηθήσατε να ξαναδώ. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από τούτη», τους είπε ο βιολιτζής. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Δήμητρα Μπουμποπούλου

Ενημερωθείτε για όλη την επικαιρότητα της Λακωνίας και όχι μόνο μέσα από τη συνεχή ροή του www.lakonikos.gr. Κάνετε like στη σελίδα και γίνετε μέλος στην ομάδα του lakonikos.gr στο Facebook για να μαθαίνετε τα νέα πρώτοι! Με το κύρος και την αξιοπιστία του "Λακωνικού Τύπου", της μοναδικής ημερήσιας εφημερίδας της Λακωνίας με ιστορία 20 και πλέον ετών

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟ
του Ανδρέα Πετρουλάκη
Το κλίκ της ημέρας
του Ανδρέα Πετρουλάκη

Πρόσφατα Νέα

LINARDI
Koutsoviti